Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2015

Πολιτικά τραγούδια στον κομματικό ιστό

Της ΝΑΤΑΛΙ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ

Τα τραγούδια μας είμαστε εμείς. Γεννιούνται, ζουν, γερνούν, κάποτε πεθαίνουν. Μέχρι τότε μας ακολουθούν, παρακολουθώντας ενεργά κάθε έκφανση της ζωής. Φυσικά και την πολιτική.

Η απαγόρευση από τη Μυρσίνη Λοΐζου της χρήσης από το ΠΑΣΟΚ της δημιουργίας του πατέρα της Μάνου Λοΐζου, «Καλημέρα Ηλιε», όπως και από τον Ηλία Ανδριόπουλο της συνδημιουργίας του με τον Μάνο Ελευθερίου, «Γράμματα στον Μακρυγιάννη» («Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες») ήταν η αφορμή για να θυμηθούμε πώς και γιατί κάποια τραγούδια ή μουσικά έργα «υιοθετήθηκαν» από συγκεκριμένα πολιτικά κόμματα. Πώς άλλα ταυτίστηκαν με μία συγκεκριμένη ιδεολογία. Και πώς ορισμένα γράφτηκαν κατά παραγγελία για να εξυπηρετήσουν, π.χ., τους προεκλογικούς σκοπούς ή την ταυτότητα ενός κόμματος.

Το ΠΑΣΟΚ ίσως ήταν το πρώτο κόμμα που υιοθέτησε για λόγους πολιτικού μάρκετινγκ τραγούδια και συμφωνικές συνθέσεις, προκειμένου να εξυπηρετήσει το προεκλογικό του image. Στον Κώστα Λαλιώτη αποδίδεται η πολύ επιτυχημένη «ανακάλυψη» των «Κάρμινα Μπουράνα». Επί χρόνια η έξοδος του Ανδρέα Παπανδρέου στο προεκλογικό μπαλκόνι προλογιζόταν από την επική μουσική του Καρλ Ορφ.
Οσο για τραγούδια; Σχεδόν εξαρχής οι οπαδοί του ανατέλλοντος τότε «πράσινου ήλιου» του ΠΑΣΟΚ είχαν υιοθετήσει το «Καλημέρα Ηλιε» που, σε στίχους και μουσική του Λοΐζου και με ερμηνευτές τους Κώστα Σμοκοβίτη και Αλέκα Αλιμπέρτη, κυκλοφόρησε με τον ομώνυμο δίσκο το '74.


«Η Μυρσίνη έπραξε το αυτονόητο», σχολιάζει σήμερα ο στενός φίλος και συνεργάτης του Λοΐζου, Φώντας Λάδης. «Με την κατηφόρα που 'χει πάρει πια το ΠΑΣΟΚ, εκείνη μας κάνει όλους υπερήφανους με την ενέργειά της και με τον τρόπο που τη διατύπωσε. Νομίζω ότι κι ο πατέρας της θα είναι ευτυχής, εκεί που βρίσκεται. Οταν ο φορέας που χρησιμοποιεί ένα τραγούδι δεν έχει πια καμία σχέση με τον συμβολισμό του τραγουδιού και ουσιαστικά το καπηλεύεται, παίζοντας και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ -όπως εν προκειμένω το ΠΑΣΟΚ-, τότε οι δημιουργοί ή οι κληρονόμοι έχουν όχι μόνο το δικαίωμα, αλλά και την υποχρέωση να απαιτήσουν τέλος στην καπηλεία».

Τα «Γράμματα στον Μακρυγιάννη», με το ντουέτο Αντώνη Καλογιάννη-Αλκηστης Πρωτοψάλτη, είχαν προστεθεί στο κομματικό σάουντρακ του ΠΑΣΟΚ το 1979. Κι έμειναν εκεί καθώς και ο συνθέτης Ηλίας Ανδριόπουλος ήταν από όσους θεωρούνταν αν όχι ακριβώς προσκείμενοι, πάντως ευνοημένοι από το ΠΑΣΟΚ. Μέχρι πρόσφατα που ο ίδιος, ακολουθώντας το παράδειγμα της Λοΐζου, απαγόρευσε τη χρήση του τραγουδιού. Συνδημιουργός ο Ελευθερίου ομολογεί πως «δεν μου το είχε πει πριν ο Ανδριόπουλος. Ούτως ή άλλως θα είχα συμφωνήσει γιατί αυτό το τραγούδι εξαρχής δεν είχε καμία σχέση με το ΠΑΣΟΚ. Γράφτηκε για τον Μακρυγιάννη»

«Τα "ΠΑΣΟΚικά" τραγούδια», επισημαίνει ο Στέλιος Ελληνιάδης, «δηλαδή τα υιοθετημένα από το ΠΑΣΟΚ, εξέφραζαν με πανηγυρικό τρόπο τη μαζική συμμετοχή στην πολιτική. Σταδιακά όμως, αποκόβονταν από την πραγματικότητα και έχαναν το νόημά τους. Καθώς το κίνημα γινόταν στεγανός μηχανισμός εξουσίας και ο ενεργός πολίτης χειραγωγημένος ψηφοφόρος, τα τραγούδια γίνονταν κασέτες και αργότερα CD. Από τη δεκαετία του '80 μέχρι σήμερα, τα τραγούδια έφυγαν από τα χείλη κι έγιναν αξεσουάρ, σαν τις πλαστικές σημαίες. Ωραία τραγούδια, ζωντανά, που η κακή χρήση τα μετέτρεψε σε μούμιες. Συμβολικά, τα τραγούδια του Λοΐζου και του Ανδριόπουλου αποτελούν γλυκές αναμνήσεις μιας εποχής που η συμμετοχή στα κόμματα ήταν χαρά. Η "απαγόρευσή" τους επισφραγίζει τη δύση της».

Συμφωνεί και ο Κώστας Θωμαΐδης που εκτός από γνωστός ερμηνευτής και ραδιοπαραγωγός, είναι και συλλέκτης μουσικών ντοκουμέντων. «Μια εποχή», ομολογεί, «τα "Κάρμινα Μπουράνα" δεν μπορούσα να τα ακούσω. Είχαν "καεί" από την υπερβολική χρήση. Βέβαια αν οποιοδήποτε "υιοθετημένο" τραγούδι έχει λόγο ύπαρξης, η ψευδεπίγραφη δημοφιλία θα ξεχαστεί και το τραγούδι θα επιβιώσει».
Ο Μίλτος Πασχαλίδης παρατηρεί πάλι πως «οι απαγορεύσεις δεν έχουν πρακτική σημασία. Αυτά τα τραγούδια έχουν συνδεθεί με το ΠΑΣΟΚ το οποίο έχει κάνει τα πάντα για να αποσυνδεθεί από το ΠΑΣΟΚ. Τι σημασία έχει να τα απαγορεύσεις τώρα; Μπορώ βέβαια να καταλάβω τον θυμό των δημιουργών ή των απογόνων τους, απλά λέω ότι αυτός ο θυμός άργησε λίγο. Κατά τα άλλα, η χρήση ούτε καθαγιάζει ούτε αμαυρώνει ένα τραγούδι: Μ' ένα μαχαίρι μπορείς να κόψεις ψωμί, αλλά και να σκοτώσεις».

Νεοδημοκρατικές «παραγγελίες» 

Η συντηρητική παράταξη, αν εξαιρέσει κανείς το ακραίο παρελθόν της και τον φιλομοναρχικό κλάδο της, δεν είχε «δικά της» τραγούδια. Ετσι, όταν η Νέα Δημοκρατία χρειαζόταν ένα προσωπικό «σάουντρακ» κατέφευγε σε παραγγελίες. Κι ακόμα το κάνει.
Το ποπ, χατζηγιαννικού ύφους, τραγουδάκι «Θα είμαι εκεί» του νεαρού Κωνσταντίνου Τζούμα (όχι του γνωστού) γράφτηκε ειδικά για τη συμμετοχή της ΔΑΠ στις φοιτητικές εκλογές του 2011. Ηταν και το μόνο που ακούστηκε τον περασμένο Μάιο: η οικονομική κρίση ανάγκασε πολλές φοιτητικές παρατάξεις να κάνουν περικοπές ακόμα και στη μουσική υπόκρουση που άλλοτε «ξεκούφαινε» τη Σόλωνος.
Οσο για το μουσικό παρελθόν του κόμματος, μην ξεχνάμε το περιβόητο «Σε περιμένω να 'ρθεις και πάλι», ένα από τα τραγούδια της «γαλάζιας γενιάς» που έγραψε ο Ρόμπερτ Ουίλιαμς τη δεκαετία του '80. Αργότερα η συντηρητική παράταξη κατέφυγε και σε συνθέσεις του Σταμάτη Σπανουδάκη: το κομμάτι «Θα 'ρθει σαν αστραπή» το είχε άλλωστε αφιερώσει ο ίδιος από τη σκηνή του Ηρωδείου στον τότε πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, ενώ η σύνθεσή του «1999» είχε επιλεγεί για το επικό κλείσιμο του συνεδρίου της Ν.Δ. το 1999.

Μια δεκαετία νωρίτερα, το «βρώμικο» '89, μία άλλη δημιουργία συνδέθηκε αναπάντεχα με μια ηγετική προσωπικότητα της Ν.Δ., τον Μητσοτάκη. Μέσα στο πολιτικό χάος των σκανδάλων, ο Διονύσης Σαββόπουλος κυκλοφορεί το «Κούρεμα» στο οποίο κατακεραυνώνει, τρυφερά ωστόσο, τους «Κωλοέλληνες», καταγγέλλει «τον Κουτσόγιωργα» και τους «γνωστούς ιθαγενείς, της "Αυριανής"», τραγουδά για την «Αποτυχία της Αριστεράς» και προτείνει «τον ψηλό που μοιάζει με ροφό/ τα χώματα και τα νερά να μαζέψει/ κι ώς τότε κάτι θα σκεφτώ/ κάποιο ζικ ζακ/ το Μητσοτάκ». Εκείνος ο δίσκος ενόχλησε εξίσου δεξιούς και αριστερούς...

Πολιτικό τραγούδι και Αριστερά 

Η Αριστερά συμπορεύτηκε εξαρχής με το πολιτικό τραγούδι. Είναι αυτό που λέει ο Στέλιος Ελληνιάδης: «Από την εθνική αντίσταση και μετά, τα πολιτικά-κομματικά τραγούδια δεν ήταν μόνο συσπειρωτικά, υμνητικά και εμψυχωτικά, αλλά και μέρος του εξοπλισμού των αγωνιστών. Στο βουνό, στο κρησφύγετο, στη φυλακή ή στην εξορία, τα τραγούδια έδιωχναν τον φόβο, αναπτέρωναν το ηθικό και έδιναν δύναμη να πολεμήσεις τον εχθρό και να αντέξεις τις κακουχίες. Σε έκαναν να νιώθεις ότι είσαι μέρος μιας πανανθρώπινης προσπάθειας για καλύτερη ζωή». Τα περίφημα αντάρτικα που λέγονταν τότε δεν ήταν μόνον ελληνικά. Ηταν και τα τραγούδια του «Κόκκινου Στρατού», η ελληνική εκδοχή της «Διεθνούς» («Εμπρός της γης οι κολασμένοι»), ο ύμνος του ιταλικού εργατικού κινήματος («Avanti popolo») κ.ά.

«Από το '60», συνεχίζει ο Ελληνιάδης, «τα πολιτικά τραγούδια εμπλουτίστηκαν με νέες δημιουργίες και αποτέλεσαν καλλιτεχνικό ρεύμα που έκτοτε συνοδεύει τα κινήματα. Στη χούντα, σε συνθήκες παρανομίας, φώτιζαν αμυδρά στην αρχή τα αντιδικτατορικά αισθήματα και στη συνέχεια, στο Πολυτεχνείο, ακούγονταν πιο δυνατά κι από τα συνθήματα. Στη Μεταπολίτευση, στη διαδήλωση, στην απεργία, στα φεστιβάλ, στα γήπεδα και στις παρέες, τα πολιτικά τραγούδια ήταν το σάουντρακ των ελπίδων και των πεποιθήσεων. Καινούργια και παλιά, συνέδεαν τα κομμάτια μιας μακρόχρονης πορείας αγώνων».

Τότε και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '70, φτιάχτηκε ο μακρύς, πολύτιμος κατάλογος των σπουδαίων δημιουργών και η παρακαταθήκη τους με τραγούδια ευθέως πολιτικά ή κοινωνικοπολιτικών αγωνιών που δεν γράφτηκαν βέβαια κατά παραγγελία. Ηταν ωστόσο τραγούδια που γεννήθηκαν μέσα από τους αριστερούς αγώνες. Στην Αριστερά κυρίως κληροδοτήθηκαν κι έτσι επιβιώνουν, όσα επιβιώνουν. Γιατί κάποια ταυτισμένα απολύτως με μια ιστορική περίοδο, έμελλε να αντιμετωπιστούν από τις νεότερες γενιές ως ιστορικά ή «μουσειακά» τεκμήρια. Αλλωστε και τα τραγούδια είναι όπως η γλώσσα: ζωντανοί οργανισμοί.

Απόδειξη της αλλαγής ρεπερτορίου είναι, π.χ., οι σχολικές επέτειοι του Πολυτεχνείου. Στις πρώτες διοργανώσεις, «Τα τραγούδια του αγώνα» ή ο κατά Ρίτσο «Επιτάφιος» του Μίκη, «Τα τραγούδια του δρόμου» του Λοΐζου, «Η συγκέντρωση της ΕΦΕΕ» του Σαββόπουλου και άλλα, όλα σπουδαίων συνθετών, ακούγονταν απαραιτήτως. Σιγά σιγά τα πράγματα άλλαξαν: προστέθηκαν, π.χ., και ξένα τραγούδια («Knocking on heaven's door» του Ντίλαν) ή νεότερα ελληνικά («Γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον» του Τσακνή ή Θηβαίος, Πασχαλίδης, Μαχαιρίτσας κ.ά.). Σήμερα στις σχολικές εκδηλώσεις για τον Νοέμβρη του '73, ακούγονται και Υπόγεια Ρεύματα, Αγγελάκας ή Θανάσης Παπακωνσταντίνου. «Φυσικό είναι τα νέα παιδιά να διαλέγουν ό,τι τα αγγίζει περισσότερο», συγκατανεύει ο Κώστας Θωμαΐδης.

Αν τα τραγούδια είναι συνοδοιπόροι της ιστορικής περιπέτειας, τότε μάλλον έχει δίκιο ο Ελληνιάδης όταν επισημαίνει πως «τα τελευταία χρόνια, μόνο οι "μαύροι" του ροκ και του χιπ χοπ φτιάχνουν, μακριά από τις στάχτες της κομματικής κουλτούρας, τραγούδια αιχμηρά και ανατρεπτικά, εσωστρεφή αλλά ειλικρινά. Αφού οι βετεράνοι του είδους εξαντλήθηκαν ή ενσωματώθηκαν, ίσως τα καινούργια τραγούδια από τις πλατείες θα αρχίζουν με χειροβομβίδες κρότου - λάμψης και θα τελειώνουν με ταμπούρλα και κατσαρόλες που εύστοχα απεικονίζουν τα συνθήματα οργής και τις μούντζες!»*

ΑΛΛΗΓΟΡΙΕΣ, ΣΥΜΠΤΩΣΕΙΣ ΚΑΙ «ΥΙΟΘΕΣΙΕΣ» 

Συχνά οι ποιητές «κρύβουν» στον λόγο τους συμβολικές αναφορές που, όμως, ερμηνεύονται από τους δέκτες εντελώς διαφορετικά. Τέτοια περίπτωση ήταν στα «Γράμματα στο Μακρυγιάννη» ο στίχος «τρεις του Σεπτέμβρη να περνάς»: ο Μάνος Ελευθερίου αναφέρεται στην επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843, η οποία υπό τον Μακρυγιάννη οδήγησε στην παραχώρηση Συντάγματος από τον Οθωνα. Κι όμως οι οπαδοί του ΠΑΣΟΚ «καθρέφτισαν» την 3η Σεπτεμβρίου 1974, ημέρα ίδρυσης του κόμματος από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Υπάρχει πάντως κι άλλο τραγούδι με αλληγορική αναφορά στην επανάσταση του 1843: το «Τρεις Σεπτεμβρίου» του Σταύρου Ξαρχάκου που ακουγόταν από τον Νίκο Ξυλούρη, μέσα στη χούντα, στο ιστορικό «Μεγάλο μας τσίρκο».

Στο μελοποιημένο από τον Γιάννη Μαρκόπουλο ποίημα του Μάνου Ελευθερίου επίσης, «Τα χρόνια και τα λόγια τα χαμένα», ο στίχος «η μοίρα κι ο καιρός το 'χαν ορίσει Παρασκευή το βράδυ στις εννιά» ήταν γραμμένος για τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Ταυτίστηκε όμως με το Πολυτεχνείο.
Ποιος να προβλέψει ποιος και γιατί θα «υιοθετήσει» ένα τραγούδι; Το «Ο Χάρος βγήκε παγανιά» ήταν ένα από τα δημοφιλέστερα τραγούδια της συνεργασίας Μάνου Ελευθερίου-Δήμου Μούτση για τον «Αγιο Φεβρουάριο» (1972). Χρόνια αργότερα, ο Ελευθερίου έμαθε ότι μέσα στα κολαστήρια του ΕΑΤ-ΕΣΑ, ένας βασανιστής τραγουδούσε δυνατά το συγκεκριμένο τραγούδι, κάθε φορά που εκτελούσε το ανατριχιαστικό έργο του.

Αλλες φορές η «υιοθεσία» κάποιων τραγουδιών από ένα συγκεκριμένο πολιτικό χώρο μοιάζει να είναι προδιαγεγραμμένη μοίρα. Ο Φώντας Λάδης θυμάται, π.χ., πώς έκαναν πρεμιέρα δύο από τα σπουδαιότερα τραγούδια της συνεργασίας του με τον Μάνο Λοΐζο. Τα «Πάγωσε η τσιμινιέρα» και «Το δέντρο» γράφτηκαν, όπως κι όλα τα υπόλοιπα του δίσκου-έμβλημα του εργατικού κινήματος «Τα τραγούδια μας» (με ερμηνευτή τον Γιώργο Νταλάρα) το 1976, συμπίπτοντας μάλιστα με τους μεγάλους απεργιακούς αγώνες στη ΛΑΡΚΟ. Πολλά από αυτά τα τραγούδια, αλλά κυρίως «Το δέντρο», ταυτίστηκαν με την κομμουνιστική Αριστερά, όχι μόνο λόγω των αναφορών τους, αλλά «κυρίως γιατί πρωτοακούστηκαν στο Φεστιβάλ της ΚΝΕ. Επειδή εκείνο το βράδυ ο Νταλάρας για κάποιο λόγο δεν είχε έρθει, ο Μάνος αποφάσισε να τα τραγουδήσει μόνος, με μία κιθάρα. Το μπιζάρισμα ήταν τέτοιο, που τα ξανάπε άλλες δύο φορές. Ετσι έγινε κι ο κόσμος νόμισε πως αυτά τα τραγούδια είχαν γραφτεί για το ΚΚΕ. Αλλά, όταν δεν έχεις λόγο να παρέμβεις, ένα τραγούδι γίνεται κτήμα των άλλων και το πράγμα κυλάει».

Συχνά ένα τραγούδι με πολιτικό στόχο «μεταμφιεζόταν» ώστε το νόημά του να γίνεται αντιληπτό μόνον από μυημένους. Αυτό συνέβη, π.χ., με το ωραιότερο τραγούδι που έχει ερμηνεύσει η μεγάλη Ελένη Βιτάλη: το «Αϊ γαρούφαλλό μου» (Εις Μνημόσυνον) αποδίδεται ακόμα στον συνθέτη Αργύρη Κουνάδη. Πρόκειται όμως για το επαναστατικό τραγούδι του ισπανικού εμφυλίου «Gallo Rojo», το οποίο διασκεύασε ο Κουνάδης. Καθώς όμως η ηχογράφηση στη «Λύρα» έγινε μέσα στη χούντα, το τραγούδι, όπως θυμάται ο Ελληνιάδης, αποδόθηκε για ευνόητους λόγους στον Κουνάδη και συμπεριλήφθηκε στον δίσκο του «Δεν περισσεύει υπομονή». Οι στίχοι του Βαγγέλη Γκούφα αναφέρονται αλληγορικά στον Νίκο Μπελογιάννη, κλείνουν, όμως, το μάτι και στην ποιητική παράδοση του Λόρκα. Ο,τι ακούστηκε από πολλούς ως ερωτικό τραγούδι, ήταν ξεκάθαρα ένα πολιτικό τραγούδι που συνέδεε μυστικά και ποιητικά τον ισπανικό με τον ελληνικό εμφύλιο.

Πηγή:  http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=291657

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου